Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.
Από τον Ιανουάριο του 1941 ο Μουσολίνι είχε ήδη εμπεδώσει ότι οι Γερμανοί θα πατήσουν πόδι στα Βαλκάνια. Σε μια ύστατη προσπάθεια να ξεπλύνει την ντροπή του, διέταξε τον αρχιστράτηγό του στην Αλβανία να ετοιμάσει γενική αντεπίθεση.
Ωστόσο, το ενδιαφέρον είχε ήδη μετατεθεί προ πολλού από το Αλβανικό Μέτωπο στις κινήσεις των Γερμανών και συγκεκριμένα στη συγκέντρωση στρατευμάτων τους στη Ρουμανία. Οι Άγγλοι, από τη μεριά τους, ενημέρωσαν τον Μεταξά ότι σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις οι Γερμανοί ετοιμάζονται να εισβάλουν στα Βαλκάνια.
Ο Έλληνας στρατιωτικός ακόλουθος ενημερώνει την κυβέρνηση ότι οι Γερμανοί έχουν αποφασίσει την κατάληψη της Θεσσαλονίκης μέσω Γιουγκοσλαβίας.
Ο Μεταξάς ενημερώνει το Λονδίνο ότι η Ελλάδα θα πολεμήσει και πάλι κατά του νέου εισβολέα, ζητώντας ταυτόχρονα τη στρατιωτική συνδρομή των Άγγλων στο Αλβανικό Μέτωπο.
Καθώς περνούν οι μέρες, η γερμανική απειλή εναντίον της χώρας μας γίνεται όλο και περισσότερο ορατή.
Στο μεταξύ, στις 9 Μαρτίου οι Ιταλοί εξαπέλυσαν σφοδρή επίθεση που την ετοίμαζαν εδώ και καιρό με την παρουσία μάλιστα του ίδιου του Μουσολίνι. Οι μάχες που ακολούθησαν υπήρξαν σφοδρότατες και από τις πιο αιματηρές του πολέμου.
Ελλάδα και Αγγλία, στις 22 Φεβρουαρίου 1941, στη διάσκεψη του Τατοΐου, αποφάσισαν για τον τρόπο που θα μεθοδεύσουν την ελληνική άμυνα απέναντι στην επικείμενη πλέον γερμανική εισβολή.
Στη διάσκεψη αυτή επιβεβαιώθηκε η προθυμία της Αγγλίας να αποστείλει σημαντικές στρατιωτικές δυνάμεις στην Ελλάδα, το συντομότερο δυνατόν, με τον όρο να προσκληθεί επίσημα από την ελληνική κυβέρνηση.
Από τη μεριά της η ελληνική κυβέρνηση υπήρξε διστακτική για το «πρόωρο» της αποστολής «ανεπαρκών» δυνάμεων από μεριάς της Αγγλίας, η οποία φρονούσε ότι οι σχεδιασμοί της άμυνας επείγουν προκειμένου να προλάβουν τη γερμανική επίθεση και ότι οι δυνάμεις που θα αποσταλούν κάθε άλλο παρά ανεπαρκείς ήταν.
Ακολούθησαν μέρες συνεχών επαφών μεταξύ Ελλάδας και Αγγλίας με στόχο να οργανωθεί όσο καλύτερα γίνεται η ελληνική άμυνα.
Τελευταίες δραματικές εξελίξεις είχαμε σε σχέση με τη στάση της γειτονικής Γιουγκοσλαβίας στις 25 Μαρτίου, όταν η Γιουγκοσλαβία προσχώρησε στο Τριμερές Σύμφωνο, υπογράφοντας τη συνθήκη με τη Γερμανία, και σύμφωνα με αυτό η επιθυμία της γιουγκοσλαβικής πλευράς ήταν να πάρει τη Θεσσαλονίκη.
Στις 27 Μαρτίου ωστόσο, πριν προλάβει να στεγνώσει το μελάνι της συμφωνίας, έγινε κίνημα στο Βελιγράδι και ανακηρύχτηκε βασιλιάς ο νεαρός Πέτρος.
Η είδηση ενθουσίασε την Αθήνα, ωστόσο ήταν αργά για ριζικές αλλαγές, μιας και οι εντονότατες προσπάθειες τόσο των Ελλήνων όσο και των Άγγλων για την οργάνωση μιας σύμπραξης δεν είχαν τον απαραίτητο χρόνο για να υλοποιηθούν.
Οι Γερμανοί έδειχναν περισσότερο βιαστικοί από ποτέ. Η επίθεση εναντίον της χώρας μας ξεκίνησε στις 5.15 το πρωί της 6ης Απριλίου 1941, σαράντα πέντε ολόκληρα λεπτά νωρίτερα από την προβλεπόμενη ώρα όπως καθοριζόταν από τη διακοίνωση που επέδωσαν, κρατώντας το τυπικό, οι Γερμανοί στον πρωθυπουργό της Ελλάδας Αλέξανδρο Κορυζή.
Κομιστής της διακοίνωσης ήταν ο Γερμανός πρεσβευτής στην Αθήνα, πρίγκιπας Έρμπαχ.
Σ’ αυτή περιέχονταν τα στερεότυπα παράπονα των Γερμανών, κατέληγε ωστόσο στο ότι αυτή η εισβολή δεν στρεφόταν κατά της Ελλάδας, αλλά είχε ως στόχο τα αγγλικά στρατεύματα που βρίσκονταν στη χώρα μας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Χίτλερ δεν άφησε στη χώρα ούτε μια μικρή προθεσμία, κατά την οποία ενδεχομένως θα αποδεχόταν την εισβολή δίχως τη χρήση των όπλων.
Την πρώτη επίθεση δέχτηκαν τα οχυρωμένα ελληνικά στρατεύματα της ανατολικής Μακεδονίας.
Το σχέδιο της επίθεσης είχε αρχίσει να καταστρώνεται κατόπιν εντολής του Χίτλερ από τις 13 Δεκεμβρίου του 1940 και έφερε την κωδική ονομασία «Μαρίτα».
Όπως ήδη αναφέραμε, η Γερμανία ενδιαφερόταν να εξασφαλίσει κυρίως τα νώτα της ενόψει της επιχείρησης «Μπαρμπαρόσα», που δεν ήταν άλλη από την επίθεση στη Σοβιετική Ένωση. Επίσης, το σχέδιο «Μαρίτα» αφορούσε και τις χώρες εκείνες της Βαλκανικής που δεν είχαν συμμαχήσει με τον Άξονα, δηλαδή τη Γιουγκοσλαβία και την Τουρκία.
Εναντίον λοιπόν της Γιουγκοσλαβίας και της Ελλάδας κινήθηκε η γερμανική 12η στρατιά, υπό τις διαταγές του στρατάρχη Λιστ, ο οποίος είχε στη διάθεσή του 680.000 άντρες, 1.200 τανκς και 700 αεροπλάνα.
Από τη μεριά της η Ελλάδα παρέταξε 70.000 χιλιάδες άντρες κατά μήκος των οχυρών στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, υπό τον υποστράτηγο Κωνσταντίνο Μπακόπουλο.
Ωστόσο, ο κύριος όγκος του ελληνικού στρατού μαχόταν τους Ιταλούς στην Αλβανία. Οι αγγλικές δυνάμεις έλεγχαν τον άξονα Τεμπών – Βερμίου.
Οι επιθέσεις που εξαπέλυσε ο ασυναγώνιστος υπερσύγχρονος γερμανικός στρατός ήταν συντριπτικές, ωστόσο η ελληνική άμυνα εντυπωσίασε με το σθένος, την αντοχή της και τον ηρωισμό της.
Τα ελληνικά στρατεύματα, επιδεικνύοντας πρωτοφανή ηρωισμό, απέκρουαν επί τρεις μέρες τις καταιγιστικές επιθέσεις των Γερμανών προκαλώντας τους τεράστιες ζημιές.
Στις 9 Απριλίου έλαβαν διαταγή να συνθηκολογήσουν.
Οι ελληνικές απώλειες στο μέτωπο της ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης ανήλθαν σε 1.000 νεκρούς και τραυματίες.
Στο πεδίο της μάχης οι Γερμανοί άφησαν 555 νεκρούς, 2.134 τραυματίες και 170 αγνοούμενους.
Απόδειξη του ηρωισμού που επέδειξε ο ελληνικός στρατός ήταν τα τιμητικά αγήματα των Γερμανών προς τους αιχμαλώτους Έλληνες πολεμιστές.
Διαβάστε επίσης:
Ιράν και ΗΠΑ πέρασαν επιτυχώς το πρώτο τεστ
ΣΥΡΙΖΑ: Μοναχικός δρόμος για την επανεκκίνηση μετά το «όχι» της Νέας Αριστεράς
Μετωπική της κυβέρνησης με την… πραγματικότητα
Ακολουθήστε το topontiki.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν.
Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.