Τίτλος ταινίας: Οικουμενική γλώσσα (Universal language)
Σύνοψη: Δυό μαθήτριες ανακαλύπτουν ένα χαρτονόμισμα θαμμένο στο χιόνι, ένας δημόσιος υπάλληλος αναχωρεί από την υπηρεσία του, με σκοπό να ψάξει τα ίχνη της μητέρας του και κάποιος τρίτος πραγματοποιεί ξεναγήσεις στο χιονισμένο και αδιάφορο τουριστικά Γουϊνιπεγκ. Ο Καναδάς μπορεί να είναι ο τόπος των γυρισμάτων και η χώρα παραγωγής, αλλά οι πρωταγωνιστές μιλάνε όλοι ιρανικά (φαρσί) και οι περισσότεροι μοιάζουν Ιρανοί. Χώρια που πρωταγωνίστρια είναι μια…γαλοπούλα. Όλα αυτά τα παράλογα συνθέτουν ένα σουρεαλιστικό κλίμα και μια περίεργη χώρα. Με αυτά τα συστατικά η ταινία βρέθηκε να διεκδικεί φέτος Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας.
Σκηνοθεσία: Μάθιου Ράνκιν Παίζουν: Μάθιου Ράνκιν, Ίλα Φιρουζαμπαντί, Πιρούζ Νεμάτ Στο σινεμά όλα επιτρέπονται. Μοιάζει λίγο πολύ με παραφθορά εκείνης της απάντησης του λαϊκού ζωγράφου Θεόφιλου, όταν κάποιος του έκανε την παρατήρηση ότι τα ψωμιά στον πίνακά του στέκονταν όρθια.
Προφανώς κάτι αδύνατο να συμβεί στην πραγματικότητα, για να λάβει την απάντηση ότι στη ζωγραφική όλα μπορούν να συμβαίνουν. Εδώ είναι ο Μάθιου Ράνκιν, ένας περσικής καταγωγής σκηνοθέτης, ο οποίος ζει στον Καναδά και με την οικοσκευή της σπουδαίας ποίησης της χώρας καταγωγής του αναλαμβάνει να αποδείξει τις δυνατότητες της γνωστής «ποιητικής αδείας» στον κινηματογράφο. Κατασκευάζει, λοιπόν, μια σύμμεικτη χώρα που ως τυπική εικόνα έχει τη μορφή και τους αυστηρούς κανόνες του Καναδά, αλλά οι κάτοικοί του ομιλούν τα φαρσί, την επίσημη περσική γλώσσα.
Οι περισσότεροι διαθέτουν και τα εξωτερικά χαρακτηριστικά των Ιρανών, αλλά και όσοι φέρουν τυπική καναδέζικη ενδυμασία και συμπεριφορά μιλούν κι αυτοί τα φαρσί.
Φυσικά, δεν είναι η περσική διάλεκτος η οικουμενική γλώσσα, όπως τιτλοδοτεί ο σκηνοθέτης.
Ο κινηματογράφος, η τέχνη στην ευρύτερη έννοιά της, είναι αυτή που μπορεί να συνδέσει τα ασύνδετα, ακόμη και να κατασκευάσει μια φανταστική χώρα, όπως το «Καναδικό Ιράν». Για να υλοποιήσει το φιλόδοξο σχέδιο του ο Μάθιου Ράνκιν δανείζεται αισθητικά χαρακτηριστικά κινηματογραφικών δημιουργών, που έγραψαν ιστορία σε ανάλογα εγχειρήματα «σινεμά του παραλόγου».
Αν ο Ιονέσκο προλάβαινε να φτιάξει κινηνηματογράφο, μπορεί και να του έδινε μια τέτοια εικόνα: ο Καναδάς χιονισμένος, παγωμένος, όπως και τα πλάνα. Κάμερα που τις περισσότερες φορές στέκεται ακίνητη και απόμακρη, για να παρακολουθήσει μεγάλους, τετράγωνους, κτηριακούς όγκους. Όταν πλησιάζει στο εσωτερικό τους, οι καρδιές των ανθρώπων ζεσταίνουν το σκηνικό, καθώς περισσεύει η ποίηση και η ανθρωπιά.
Μπορούν και καπνίζουν στα λεωφορεία, συμπεριφέρονται κόντρα στους κανόνες ενός αυστηρού κράτους, μιλάνε στα λουλούδια, απαγγέλουν ποιήματα, χαίρονται και στενοχωριούνται, όπως οι κάτοικοι «θερμών» χωρών. Άλλωστε, οι Πέρσες διαθέτουν μια από τις ισχυρότερες παραδόσεις στην ποίηση, με τον Ομάρ Καγιάμ, τον σούφι Τζελαλαντίν Ρουμί, τον Χαφέζ, τον Φερντοσί. Λένε ότι στο Ιράν κάθε σπίτι μπορεί να μην έχει το Κοράνι, έχει όμως σίγουρα ένα βιβλίο του Καγιάμ ή του Χαφέζ.
Ο θεατής μπορεί αρχικά να παραξενευτεί παρακολουθώντας αυτό το ετερόκλητο σκηνικό, προσπαθώντας να αντιληφθεί το «τι γίνεται» ή το «τι θέλει να πει ο ποιητής». Γρήγορα θα πρέπει να ξεφορτωθεί όλες τις υπαγορεύσεις της λογικής και της κριτικής, για να βρεθεί στον κόσμο του Ράνκιν, αναγνωρίζοντας κινηματογραφικά δάνεια, ανάλογου περιεχομένου.
Αρχικά διακρίνει κάποιος την τάση του ιρανικού σινεμά για αφήγηση απλών, διδακτικών παραβολών, όπου πολλές φορές πρωταγωνιστεί η παιδική αθωότητα. Εδώ τα παιδάκια ψάχνουν τρόπο να απαγκιστρώσουν ένα χαρτονόμισμα από τον πάγο, όπως περίπου στο βραβευμένο «Πράσινο μπαλόνι».
Λίγο μετά θα θυμηθεί τον Σουηδό Γουές Άντερσον, όπως στα «Τραγούδια από το δεύτερο όροφο», όπου η μίξη της τετράγωνης λογικής των κτηρίων, με τον ανθρώπινο παραλογισμό, οδηγούν σε μια σουρεαλιστική κωμωδία.
Σιγά σιγά εισέρχεται το φινλανδικό, κατάψυχρο τοπίο του Καουρισμάκι, με τη φλόγα των ανθρωπίνων σχέσεων στο κέντρο του. Και τέλος ο Παλαιστίνιος Ελία Σουλεϊμάν, με το παιχνίδι να περιγελά τις συγκρούσεις στα εδάφη της χώρας του. Εκεί ήταν ένα ιπτάμενο μπαλόνι, εδώ μια περιφερόμενη γαλοπούλα. Με αυτά τα ιδιώματα συντίθεται η οικουμενική γλώσσα του Ράνκιν, ο δικός του κινηματογράφος.
Σίγουρα, δίπλα σε όλα τούτα, υπάρχει η ανάγκη εξέλιξης ενός σεναρίου. Στις πολλές αναζητήσεις των ηρώων της ταινίας, εν μέσω σουρεαλιστικών καταστάσεων, άνθρωποι μπαίνουν και βγαίνουν, κάποιοι ξεχνιούνται από το σκηνοθέτη, κάποιοι συναντιούνται κάπως εκβιαστικά στο μακρινό Γουΐνιπεγκ.
Η απουσία της απόλυτης αλήθειας σε όλες αυτές τις αναζητήσεις αποτελεί και το τελικό συμπέρασμα, όπως και στις ζωές των ανθρώπων. Εκείνο που μένει είναι ο συνδετικός ιστός των σχέσεων, η αγάπη. Μόνον που ο σουρεαλισμός και η υπερβατική κινηματογραφική κωμωδία δεν αποτελούν συγχωροχάρτι για τα κάποια αφηγηματικά άλματα.
Μάθε πρώτος για την επικαιρότητα με εγγραφή στο Newsletter.
Το topontiki.gr σέβεται όλες τις απόψεις, αλλά διατηρεί το δικαίωμά του να μην αναρτά υβριστικά σχόλια και διαφημίσεις. Οι χρήστες που παραβιάζουν τους κανόνες συμπεριφοράς θα αποκλείονται. Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών.